Abstract

Είναι γνωστό ότι τόσο ο πρωτοπαθής όσο και ο δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός συνοδεύονται σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας, από μεταβολές της οστικής πυκνότητας. Σε τι βαθμό βελτιώνεται ή όχι η οστική πυκνότητα μετά τη χειρουργική αντιμετώπιση του πρωτοπαθούς και δευτεροπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού δεν έχει διερευνηθεί πλήρως. Σκοπός της κλινικο-εργαστηριακής προοπτικής αυτής μελέτης είναι η διερεύνηση των μεταβολών της οστικής πυκνότητας σε ασθενείς με πρωτοπαθή ή δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό μετά από χειρουργική αντιμετώπιση. Υλικό-Μέθοδος: Στους ασθενείς με πρωτοπαθή και δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό που αντιμετωπίζονται χειρουργικά ελέγχεται η οστική πυκνότητα της Ο.Μ.Σ.Σ. και του αυχένα μηριαίου προεγχειρητικά στους 6 μήνες μετεγχειρητικά και στον ένα χρόνο μετεγχειρητικά. Συνολικά έλαβαν μέρος 61 ασθενείς, οι οποίοι διεγνώσθησαν πως έπασχαν από υπερπαραθυρεοειδισμό (πρωτοπαθή και δευτεροπαθή) κατά το χρονικό διάστημα 1985-2003, με μέσο όρο ηλικίας 51,81 + 15,63 έτη. Οι 36 ήσαν γυναίκες με μέσο όρο ηλικίας 53,05 + 14,83 και οι 25 άνδρες με μέση ηλικία 50,04 + 16,86 έτη. Από πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό έπασχαν οι 37 (26 γυναίκες και 11 άνδρες), ενώ από δευτεροπαθή 24 (10 γυναίκες και 14 άνδρες). Οι γυναίκες χωρίστηκαν σε προ- εμμηνοπαυσιακές και σε μετα-εμμηνοπαυσιακές θεωρώντας το 50 έτος της ηλικίας ως έτος εμμηνόπαυσης. Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε ερευνητική τραχήλου όπου, είτε διαπιστώθηκαν αδενώματα (μονήρη αδενώματα), όσον αφορά τον πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό και αντιμετωπίστηκαν με απλή αφαίρεση του αδενώματος, είτε διάχυτη υπερπλασία, όσον αφορά το δευτεροπαθή και αντιμετωπίστηκαν με ολική παραθυρεοειδεκτομή και αυτομεταμόσχευση 15 τεμαχίων παραθυρεοειδικού ιστού διαστάσεων 1x1x3 mm, στο βραχιοκερκιδικό μυ του μη πρωτεύοντος άκρου. Διεγχειρητικά χορηγήθηκε ασβέστιο i.v. για αντιμετώπιση πιθανού συνδρόμου ‘πείνας των οστών’. Άμεσα μετεγχειρητικά, μετρήθηκαν το ασβέστιο ορού και η παραθορμόνη ορού, καθώς και στους 6 μήνες, με παράλληλη μέτρηση της οστικής πυκνότητας Ο.Μ.Σ.Σ. και του Α.Μ. και στον 1 χρόνο. Αυτό που διαπιστώθηκε ήταν αρχικά η πτωτική τάση του ασβεστίου. Μια σταδιακή πορεία πτώσης με τελική κατάληξη τις φυσιολογικές τιμές. Παρατηρήθηκε όμως και μια σημαντικά υψηλή συγκέντρωση του ασβεστίου ορού όσον αφορά τον πρωτοπαθή σε σχέση με το δευτεροπαθή με p < 0,001. Όσον αφορά την παραθορμόνη διαπιστώθηκε σημαντική πτώση των τιμών της σε όλες τις μετεγχειρητικές μετρήσεις σε σχέση με τη μέση προεγχειρητική τιμή της και στον πρωτοπαθή και στον δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό. Η οστική πυκνότητα της Ο.Μ.Σ.Σ. και στον πρωτοπαθή και στον δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό παρουσίασε αύξηση, η οποία ήταν ιδιαίτερα σημαντική στο έτος. Όσον αφορά τα δύο φύλα και στον πρωτοπαθή και στον δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό δεν σημειώθηκε σημαντική διαφορά, κάτι το οποίο ισχύει και για τις προ-εμμηνοπαυσιακές και τις μετα-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Το ίδιο ισχύει και για την οστική πυκνότητα του Α.Μ. Παρατηρείται αύξηση των τιμών της ιδιαίτερα στο έτος σε σχέση με τις προεγχειρητικές τιμές, χωρίς σημαντικές διαφορές μεταξύ των 2 φύλων και μεταξύ προ-εμμηνοπαυσιακών και μετα-εμμηνοπαυσιακών γυναικών. Συμπερασματικά θα λέγαμε πως στον πρωτοπαθή και στον δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό μετά από χειρουργική αντιμετώπιση η οστική πυκνότητα αυξάνει μετεγχειρητικά στους 6 μήνες αλλά ιδιαίτερα εμφανής είναι στο έτος. Επίσης θα λέγαμε πως ο πλέον ευαίσθητος δείκτης μεταβολής της είναι η μέτρηση της στην οσφυϊκή χώρα της σπονδυλικής στήλης όπου παρατηρείται ιδιαίτερα σημαντική αύξηση μετά από χειρουργική αντιμετώπιση του υπερπαραθυρεοειδισμού και στα 2 φύλα, σε σχέση με τη μέτρηση στον αυχένα μηριαίου.

Full Text
Published version (Free)

Talk to us

Join us for a 30 min session where you can share your feedback and ask us any queries you have

Schedule a call